Σελίδες

16.11.12

Η οφθαλμαπάτη της οδού Sauchiehall

 


To Biggars είναι ένα καφέ πάνω σε κεντρικό δρόμο της Γλασκόβης, την Sauchiehall street. Ταυτόχρονα είναι μουσικό κατάστημα με όργανα και παρτιτούρες. Η βροχή είναι συμπαθητική, όταν τη χαζεύεις  μέσα από το τζάμι στα ζεστά, παρά όταν σε διαπερνά σταγόνα τη σταγόνα, φτάνοντας μέχρι το κόκκαλο. Καφές, μουσική, στεγνό μέρος, το τρίπτυχο των ονείρων μου αυτό το βροχερό απόγευμα, ένα από τα βροχερά απογεύματα στη Γλασκώβη.  Η βιτρίνα είναι γεμάτη με μουσικά όργανα∙ κιθάρες, μπάσο, ένα γιουκαλίλι, ντραμς. Παραγγέλνω καπουτσίνο και ένα σάντουιτς και κάθομαι σ’ ένα γωνιακό τραπέζι κοντά στο παράθυρο. Δίπλα στο τραπέζι μου υπάρχει ένα μικρό πιάνο∙ πάνω του ένα χαρτί με μια φράση γραμμένη με κόκκινο μαρκαδόρο: «Take a look at our menu¯». Στους τοίχους κρέμονται ηλεκτρικές κιθάρες, φωτογραφίες μεγάλου μεγέθους με παπαρούνες και μια αφίσα με τη Νικόλ Κίντμαν και τον Γιούαν Μακ Γκρέγκορ από το “Moulin Rouge”.

Στο καφέ δεν υπάρχει πολύς κόσμος. Σε έναν καναπέ απέναντί μου κάθεται  ένα νεαρό ζευγάρι, ίσως φοιτητές- δίπλα τους έχουν σάκους∙ τους ακούω να μιλάνε για τεστ. Η κοπέλα, με πράσινο μάλλινο κασκόλ περασμένο στο λαιμό της, πεσμένη χαλαρά πάνω στην πλάτη του καναπέ, κρατάει το κεφάλι της και ακούει με ενδιαφέρον αυτά που της διηγείται  ο νεαρός. Κάποιες φορές του χαμογελάει ήρεμα. Ίσα που αγγίζονται. Εκείνος μιλάει ζωηρά, χειρονομώντας∙ πιάνει το κεφάλι του, τον τοίχο πίσω, τα μαλλιά της κοπέλας. Ρίχνω μια ματιά στη βιτρίνα με τα όργανα. Πες της το μ' ένα γιουκαλίλι, σκέφτομαι.

Διαγωνίως στο τραπέζι μου, σε πολυθρόνες, κάθονται δύο φίλες. Η μία δεξιά, μιλάει συνεχώς. Η άλλη αριστερά,  πεσμένη χαλαρά πάνω στην πλάτη του καναπέ, κρατάει το κεφάλι της και ακούει τη φίλη της, χαμογελώντας συχνά. Μοιάζει πολύ στην κοπέλα του ζευγαριού∙ είναι σχεδόν ίδια. Ξανακοιτάζω αριστερά-δεξιά. Για μια στιγμή τα χάνω. Νομίζω ότι τα βλέπω διπλά. Η φίλη αριστερά είναι εντελώς ίδια με την κοπέλα του ζευγαριού. Αν ήμουν κομπιούτερ θα είχα βγάλει κλεψύδρα∙ πιθανόν να χρειαζόμουν και επανεκκίνηση. Ένεκα μάλλον της ανωτερότητας του ανθρώπινου νου, συνειδητοποιώ, έστω και καθυστερημένα, τον υπαίτιο της οφθαλμαπάτης: διαγωνίως προς το τραπέζι μου ορθώνεται μια κολόνα, επενδυμένη από πάνω μέχρι κάτω σε όλη την επιφάνειά της με καθρέφτες. Η κολόνα κρύβει τη μισή θέα από το τραπέζι με τις πολυθρόνες που κάθεται η γυναίκα με τη φίλη της. Στον  μπροστινό καθρέφτη φαίνεται ανεστραμμένο το είδωλο της κοπέλας του ζευγαριού, ενώ από την άκρη του καθρέφτη διακρίνεται η πολυθρόνα της γυναίκας που κάθεται με τη φίλη της (ή μήπως είναι φίλος;)

Έχω τρελαθεί με την ανακάλυψή μου. Γελάω μόνη μου. Θέλω να φωνάξω τα κορίτσια που σερβίρουν, να δουν κι εκείνες αυτό που βλέπω, αλλά μπορεί να με πάρουν για τρελή. Θέλω να φωτογραφίσω το φαινόμενο. Η φωτογραφία θα πήγαινε σίγουρα για βραβείο. Διστάζω όμως να βγάλω τη μηχανή. Τραβάω πρόχειρα μια φωτογραφία με το κινητό, κοιτάζοντας αδιάφορα, σαν να βλέπω τα μηνύματά μου. Η Imany από τα ηχεία καλύπτει με τη βαθιά φωνή της το κλικ του κινητού.

Η κοπέλα συνεχίζει να ακούει τον νεαρό και το είδωλό της ακούει τη γυναίκα, που χειρονομεί κι εκείνη έντονα τώρα, γελώντας. Η κοπέλα χαμογελάει και στους δύο. Δεν μπορώ να καταλάβω ποια διήγηση βρίσκει πιο διασκεδαστική.

Η γυναίκα πίνει μια γουλιά καφέ. Ο δικός μου καπουτσίνο κοντεύει να γίνει φρέντο. Η κοπέλα αγγίζει το κασκόλ της με το ελεύθερο χέρι. Η άκρη του κασκόλ, κομμένη από το γυάλινο όριο του καθρέφτη, αγγίζει τη γυναίκα και ταυτόχρονα καταλήγει στον ώμο του νεαρού, που δίνει ένα πεταχτό φιλί στο πράσινο μάλλινο ύφασμα.

Σε λίγο η γυναίκα σηκώνεται να φύγει. Από τη διπλανή πολυθρόνα ξεπροβάλλει η πραγματική φίλη της, μεγαλύτερη σε ηλικία από την κοπέλα. Οι δυο γυναίκες βγαίνουν από το καφέ και ανοίγουν αμέσως τις ομπρέλες τους. Η κοπέλα συνεχίζει να ακούει προσεχτικά τον νεαρό χαμογελώντας, ενώ το είδωλό της παραμένει μοναχικό, αμίλητο, με ένα χαμόγελο σχεδόν μελαγχολικό, να κρατάει το κεφάλι του, ακουμπώντας πάνω στην πλάτη του καναπέ.

Ο νεαρός δείχνει στην κοπέλα κάτι στην τηλεόραση. Στρέφουν και οι δύο τα βλέμματά τους στην οθόνη. Παρακολουθούν με ενδιαφέρον∙ καρφώνονται κυριολεκτικά στο πρόγραμμα. “Schizophrenia care” είναι ο τίτλος της εκπομπής, με πολυμελές πάνελ ομιλητών. Διαισθάνομαι ότι σε λίγο ο νεαρός θα δείξει στην κοπέλα με το δάχτυλό του εμένα. Ανοίγω το σημειωματάριό μου και αρχίζω να γράφω. Αν φαίνομαι συγκεντρωμένη σε κάτι άλλο, ίσως καταφέρω να τους ξεγελάσω.

 

1 σχόλιο:

Poet είπε...

Απαραίτητο προσόν η παρατηρητικότητα για έναν συγγραφέα. Και η επισήμανση εκείνου του ασήμαντου (ή του παράδοξου) που μπορεί να προσλάβει τις διαστάσεις του σημαντικού. Καθοριστική βέβαια είναι η ικανότητα της περιγραφής. Μου φαίνεται ότι τα έχεις όλα.