Σελίδες

30.9.12

Όλες οι χελώνες της ζωής μου


 […]

Τώρα ερχόταν κατά δω ένα καμιονάκι, και σαν πλησίασε, ο οδηγός είδε τη χελώνα και λόξεψε για να την πατήσει. Η μπροστινή ρόδα χτύπησε το καβούκι στην άκρη, έκανε τη χελώνα και αναπήδησε, τη σβούρισε ίδιο νόμισμα και την κύλησε έξω απ’ το δρόμο. Το καμιόνι τράβηξε στη δουλειά του από το δεξί πλευρό του δρόμου. Η χελώνα, πεσμένη πάνω στη ράχη, έμεινε ακίνητη πολλή ώρα, κλεισμένη στο καβούκι της. Τέλος, τα πόδια της κούνησαν στον αέρα προσπαθώντας να πιαστούν από κάπου. Το ένα από τα μπροστινά πιάστηκε σ’ ένα σκύρο, σιγά σιγά ανασήκωσε το καβούκι και γύρισε απ’ την καλή. Το στάχυ έπεσε και τρία σπυριά κόλλησαν χάμω. Και καθώς η χελώνα σερνόταν στο κρηπίδωμα, το καβούκι της τρίφτηκε πάνω στα σπυριά και καθαρίστηκε από το χώμα. Η χελώνα μπήκε σ’ ένα δρόμο γεμάτο σκόνη και προχωρούσε χαράζοντας με το καβούκι της ένα ρηχό κυματιστό χαντάκι. Τα γέρικα πονηρά της μάτια κοίταζαν ολόισια μπροστά και το κοκαλένιο στόμα της απόμενε μισάνοιχτο. Τα κίτρινα νύχια των ποδιών της γλιστρούσαν λιγάκι μες στη σκόνη.

Τζον Στάινμπεκ

«Τα σταφύλια της οργής»

(μτφ. Κοσμάς Πολίτης)

Κάποιοι μετράνε τα καλοκαίρια τους με έρωτες, άλλοι με νησιά τα δικά μου καλοκαίρια τα μετράω με χελώνες.
          Το πρώτο καλοκαίρι με χελώνα ήταν κάπου προς το τέλος του Λυκείου. Βαρετές οι διακοπές στην Καλαμάτα με τον παππού και τη γιαγιά, μπάνιο στη θάλασσα πρωί-απόγευμα και διάβασμα για τις Πανελλήνιες ενδιάμεσα. Ο ξανθός Τζίμης από την Αυστραλία, που για χάρη του το προηγούμενο καλοκαίρι είχα μάθει πατίνια σ’ ένα απόγευμα, είχε ξαναγυρίσει στην πατρίδα του. Εκείνο το καλοκαίρι του ηλεκτρισμού στη Φυσική, μεταξύ πυκνωτών και πηνίων, μπήκε στη ζωή μου ο Ζίγκι, ένα χελωνάκι τόσο μικρό, που χώραγε στη χούφτα μου. Το όνομά του το όφειλε στον Ziggy Stardust του David Bowie και όφειλε να τον ακούει κάθε πρωί, από ένα μονοφωνικό καβουρντιστήρι-κασετόφωνο, μασουλώντας κέικ βανίλια και κορν φλέικς. Κάπου είχα διαβάσει ότι τα ζώα αγαπούν τη μουσική. Πάντως ο δικός μου Ζίγκι σίγουρα αγαπούσε πολύ το κέικ. Μετά την πρωινή μουσική ακρόαση, τον άφηνα ελεύθερο στον κήπο και άρχιζα τη μελέτη μου. Πέρασε έτσι ένας μήνας περίπου, ώσπου μετά από ένα πρωινό με Doors, εισακούστηκε η κραυγή του Morrison Break on through to the other side” και ο Ζίγκι διέφυγε λάθρα με μικρά χελωνίσια βήματα προς άγνωστη κατεύθυνση, αφήνοντάς με μόνη μου να διαβάζω τον ηλεκτρισμό, τρώγοντας με μεγάλες μπουκιές το κέικ βανίλιας.

Η δεύτερη χελώνα της ζωής μου ήρθε πολύ αργότερα, πάνω στην εκπνοή της οργάνωσης "17 Νοέμβρη". Κοινωνικά ήμουν πια σύζυγος και μητέρα και επαγγελματικά παθολόγος, εξειδικευόμενη στην Εντατική Θεραπεία. Η χελώνα που εντάχθηκε ως τέταρτο μέλος στην οικογένειά μας εκείνο το καλοκαίρι, ονομάστηκε Σάββας. Είχε προηγηθεί ο τραυματισμός και η σύλληψη του Σάββα Ξηρού, ο οποίος νοσηλευόταν στον Ευαγγελισμό. Ο Σάββας ήταν μια ανήσυχη χελώνα. Δεν τον χώραγε ο τόπος του κήπου μας. Πολύ γρήγορα  έφυγε, κι ας είχα υπάρξει πολύ χαλαρή μαζί του, αφήνοντάς τον ελεύθερο στις δικές του μουσικές επιλογές.

Η επόμενη χελώνα, μετά από μερικά καλοκαίρια, με βρήκε με δύο κόρες πια, να παλεύω να μπω στο ΕΣΥ. Μέχρι τότε, βλέποντας την ουρά τους,  νόμιζα όλες τις χελώνες που έβρισκα αρσενικές. Έτσι η καινούρια χελώνα πήρε το όνομα Μάρκος, που ήταν ένα από τα αγαπημένα μου ανδρικά ονόματα. Και γιο αν είχα, Μάρκο θα τον έβγαζα, αν βέβαια κατάφερνα να συμφωνήσει και ο Στέλιος, που ως Μάρκο στο μυαλό του είχε κρατήσει τον κακότροπο φορτηγατζή της γειτονιάς τους. Ο Μάρκος-χελώνα έζησε μαζί μας τρία καλοκαίρια. Τον έπαιζαν οι γάτες στον κήπο κι εκείνος τους έτρωγε τα γαριδάκια από το πήλινο πιάτο. Πώς κατάφερνε και βούταγε με το κεφάλι μέσα στο πιάτο και πώς έβγαινε μετά, ήταν άξιο απορίας, όμως και ο ίδιος ο Στάινμπεκ αναφέρει αντίστοιχο παράδειγμα ευκίνητης χελώνας στα Σταφύλια της Οργής. Επίσης, ο Μάρκος ήταν σβέλτος σα λαγός. Έφερνε βόλτα τον κήπο πέρα-δώθε, μέχρι που κουραζόσουν να τον κοιτάς. Ακολουθούσε τον Στέλιο που έσκαβε και πότιζε τα λουλούδια, και έπινε νερό από το λάστιχο. Το τρίτο καλοκαίρι του Μάρκου, κάπου διάβασα για το φύλο της χελώνας και άρχισα να αμφιβάλλω αν ο Μάρκος ήταν σίγουρα αρσενικός. Δεν ξέρω αν άλλαξε κάτι στη συμπεριφορά μου, πάντως μας έφυγε κι αυτός εκείνο το καλοκαίρι.

Το φετινό καλοκαίρι, την ημέρα ακριβώς που είδε το φως στον τύπο ένα αδημοσίευτο μισοξεχασμένο διήγημα του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ, βρήκαμε τον Φιτζ. Αμετακίνητη στην ονοματοθεσία ως επί άρρενος, δεν βρήκα πιο ταιριαστό όνομα εκείνη την ημέρα για το καινούριο χελωνάκι, από εκείνο του αγαπημένου συγγραφέα. Τρυφερή ήταν εκείνη η μοναδική μέρα, στις αρχές του καλοκαιριού, που έμεινε μαζί μας ο Φιτζέραλντ. Τον χάσαμε την επόμενη με άγνωστο τρόπο. Μου έμεινε η χαρά, η φωτογραφία που είχα προλάβει να του τραβήξω και η έμπνευση ενός κειμένου για τις χελώνες της ζωής μου, που όμως δεν έγραψα.

Ή μάλλον δεν είχα γράψει μέχρι τώρα, γιατί σήμερα τα πρωί, καθώς ο Στέλιος πότιζε τον κήπο του εξοχικού, είδε ανάμεσα στα κιτρινισμένα φύλλα ένα κάπως περίεργο κιτρινισμένο φύλλο που περπατούσε. Ήταν ένα νεογέννητο χελωνάκι, σε μέγεθος φύλλου τριανταφυλλιάς. Διαβάζοντας για την αναπαραγωγή της χελώνας, σκέπτομαι πως μάλλον τον Φιτζ έπρεπε να τον είχα ονομάσει Ζέλντα και πως μάλλον εκείνη η χελώνα, πριν φύγει, γέννησε αυγά στον κήπο. Τα αυγά χρειάζονται επώαση περίπου δυόμισι μηνών, πριν ανοίξουν. Αν επωαστούν σε θερμοκρασία  μέχρι 28 βαθμούς Κελσίου, το νεογέννητο βγαίνει αρσενικό αν η θερμοκρασία είναι μεγαλύτερη, βγαίνει θηλυκό. Δεν πρόλαβα να δώσω όνομα στο χελωνάκι. Δεν ήξερα πώς να το πω. Αντώνη, Βαγγέλη, Φώτη (Αλέξη ίσως;) κι αν ήταν θηλυκό, με τη ζέστη που έκανε όλον αυτό τον καιρό; Το άφησα στην ησυχία του, να κάνει βόλτες μέσα στα φύλλα (θα μπορούσα ίσως να του είχα βάλει να ακούσει και το Les feuilles mortes) και γύρισα στην Αθήνα, φέρνοντας μαζί τη φωτογραφία του και ανανεωμένη την έμπνευση για το κείμενο Όλες οι χελώνες της ζωής μου. Σας το αφιερώνω.

 

2 σχόλια:

JK O SΚΡΟΥΤΖΑΚΟS είπε...

Περνω οπως παντα για να ευχηθω να εχεις εναν ομορφο μηνα απο αυριο με υγεια -χαμογελα και λιγοτερα προβληματα.Να εισαι καλα.Πολυ ομορφη η αναρτηση σου.και ο τιτλος φοβερος!!!!

Μαρία Δριμή είπε...

Ευχαριστώ πολύ, Σκρουτζάκο. Και σε σένα ένα όμορφο βράδυ.